- Μίνεζανγκ
- (Minnesang). Ερωτική ποίηση (Minne = έρωτας, Sang = τραγούδι), που άνθησε από τον 12o αι. στις αυλές της βόρειας Γερμανίας και της Αυστρίας, ακολουθώντας την παράδοση των Προβηγκιανών τροβαδούρων. Συνδεόμενο στενά με τον ιπποτικό και με τον αυλικό τρόπο ζωής, το M., στο οποίο η μουσική και η ποίηση είναι αδιαχώριστες, υπακούει στην αισθητική του συναισθηματικού στυλιζαρίσματος και τραγουδά τον ιπποτικό έρωτα (Minne). Κοντά στο Spruch (τραγούδι αποφθεγματικού περιεχομένου) και στο Leich (τραγούδι θρησκευτικού χαρακτήρα), η πιο τυπική μορφή του Μ. ήταν το Lied, αποτελούμενο από δύο ή περισσότερες στροφές (Stollen) και από μία επωδό (Abgesang), όπου εγκωμιάζονταν, κατά κύριο λόγο, τα πολιτικοθρησκευτικά ιδεώδη της εποχής. Το M., που ακολουθεί, ιδιαίτερα στην Αλσατία και στη Σουηβία, τη γραμμή της γαλλικής παράδοσης (Φρίντριχ φον Χάουζεν, Χάινριχ φον Βέλντεκε, ο βασιλιάς Ερρίκος Δ’), δημιούργησε πιο πρωτότυπες μορφές στην Αυστρία, στην αυλή του δούκα Λεοπόλδου. Υπάρχει πράγματι στο Μ. των νοτιοανατολικών περιοχών η νεότερη παράδοση του λαϊκού Lied (Κίρνμπεργκερ, Ντίτμαρ φον Άιστ), στην οποία οφείλει τον προσωπικό και πονεμένο τόνο του ακόμα και μέσα στη συμβατικότητα των προτύπων. Τη μεγαλύτερη άνθησή του (από το 1190 έως περίπου το τέλος του 17ου αι.) γνώρισε το Μ. με τον Θουριγγιανό Χάινριχ φον Μόρουνγκεν, συγκρατημένο και ευαίσθητο τραγουδιστή ενός αθάνατου ερωτικού αισθήματος, τον Ράινμαρ φον Χαγκενάου, του οποίου ο διανοητικός και αποφθεγματικός λυρισμός κατέκτησε την αυλή της Βιέννης, και τον σύγχρονό του Βάλτερ φον ντερ Φογκελβάιντε, που θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Γερμανούς ποιητές του Μεσαίωνα. Με την παρακμή του Μ. –όταν το λαϊκό στοιχείο ήρθε να σπάσει τη θαυμάσια ισορροπία του, ξαναζωντανεύοντας όμως ένα περιεχόμενο που κινδύνευε να γίνει στερεότυπο– συνδέονται τα ονόματα των Νάιντχαρτ φον Ρόυενταλ, Ταγχόιζερ και Ούλριχ φον Λιχντενστάιν, που επιχείρησαν μια επιστροφή στην καθαρή ατμόσφαιρα του ιπποτικού έρωτα. Στο μεταξύ, περίπου στο τέλος του 13ου αι., πραγματοποιούνταν το πέρασμα στο Meistergesang, (τραγούδι μαστόρων). Η δραστηριότητα των Meistersinger (τραγουδιστών μαστόρων), πολύ διαδεδομένη στα στρώματα των βιοτεχνών, είχε διαρθρωθεί σε σχολές και αδελφότητες με σωματειακό σύστημα. Επάνοδος της παράδοσης του Μ., σημαντική μάλιστα στον χώρο της μουσικής, σημειώθηκε στις αρχές του 15ου αι. με την επέκταση των συνθέσεων σε πολυφωνικές μορφές που δοκιμάστηκαν από τον Χέρμαν Μουνχ φον Σάλτσμπουργκ, και οργανικές, που μεταφέρθηκαν σύμφωνα με το ιταλικό γούστο από τον γνωστό καλλιτέχνη Όσβαλντ φον Βόλκενσταϊν.
Λαϊκοί τραγουδιστές της ερωτικής ποίησης Μίνεζανγκ στη Γερμανία., σε κώδικα του 12ου αι (Βιβλιοθήκη της Χαϊδελβέργης, Γερμανία).
Dictionary of Greek. 2013.